καταντικρυ

καταντικρυ
    καταντικρύ
    κατ-αντικρύ
    I
    

(Hom. тж. ῡ) praep. cum gen., редко dat.

    1) прямо с (чего-л.)
    

(κ. τέγεος πεσέειν Hom.)

    2) прямо напротив
    

(τῇ θέσει τῆς ἐκροῆς Arst.)

    ἐς τὰ κ. Κυθήρων τῆς Λακωνικῆς Thuc. — в (той) части Лаконии, которая находится против (острова) Киферы;
    καταλαβεῖν ἕδρας τῶν πρυτάνεων κ. Arph. — занять места напротив пританеев;
    (τοῦ Ὠκεανοῦ) κ. καὴ ἐναντίως ῥέων Ἀχέρων Plat., — Ахеронт, текущий в направлении, противоположном Океану

    II
    adv.
    1) прямо (на)против
    

(ἐν τῷ κ. προσιστάναι τινί Plat.; πρὸς τὸ κ. κεῖσθαι Polyb.)

    κ. ὁρᾶν Plat. — смотреть прямо в лицо;
    εἰς τὸ κ. Plat. — в (на) противоположную сторону;
    ἥ ἤπειρος ἥ κ. Thuc. — противолежащий материк

    2) прямо, напрямик
    

(λέγειν Arst.)

    εἰς τὸ κ. Plat. — по прямой линии;
    κ. καὴ κατὰ τὸ εὐθύ Plat. — совершенно прямым путем


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Полезное


Смотреть что такое "καταντικρυ" в других словарях:

  • καταντικρύ — και κατάντικρυ επίρρ., ακριβώς απέναντι: Καταντικρύ μας ήταν ο Όλυμπος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • καταντικρύ — και κατάντικρα και κατάντικρυ και καταντίκρυ (AM καταντικρύ) επίρρ. ακριβώς απέναντι, αντικριστά (α. «καταντικρύ στο σπίτι βρίσκεται η εκκλησία» β. «εἰς τὸ καταντικρὺ αὐτῶν τοῡ σπηλαίου προσπιπτύσας», Πλάτ.) αρχ. 1. αντιθέτως («κατὰ τὴν… …   Dictionary of Greek

  • καταντικρύ — καταντῑκρύ , καταντικρύ straight down from indeclform (prep) καταντικρύ straight down from attic (indeclform prep) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αντίκρυ — κ. κρυς, κ. κρύ κ. κρύς (AM ἀντικρύ, ἄντικρυς Μ ἀντικρύς, ἄντικρυν, ἀντίκρυτα) 1. απέναντι 2. εξαντιθέτου, κατά πρόσωπο νεοελλ. 1. (με την πρόθ. εις, σε) αναφορικά, συγκριτικά 2. παροιμ. «αντίκρυ στα παιδέματα μικρά τα παιδοκόπια» για ασήμαντη… …   Dictionary of Greek

  • ДОМ —    • Domus.     I. Греческий дом.          Весьма трудно представить устройство греческого дома за неимением остатков древнегреческих жилищ и по причине отрывочности, запутанности и неполноты сохранившегося о нем предания (полнее всех известия,… …   Реальный словарь классических древностей

  • AXOMITAE — memorati Fl. Vopisco in Divo Aureliano, c. 33. Praeter captivos gentium barbararum Blemyes, Axomitae, Arabes, Eudaemones etc. Axumitae Stephano, qui urbem eorum Α᾿ξουμίτην vocat, seu Α῎ξουμιν potius, Aegyptiacae namque urbes seu Aethiopicae… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • PERONECTUS — inter oppia, quae Phoenices in Bithynia condiderunt, inquit Bochart. l. 1. Chanaan, c. 10. Pronecti fit mentio. Steph. Πρόνεκτος πόλις Βιθυνίας, πλησίον τῆς Δρεπάνης, ἡν` ἔκτεσαν οἱ Φοίνηκες. Drepane autem aliis Drepanum, et Hellenopolis erat ad… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • SESTUS seu SESTOS vulgo SESTO — SESTUS, seu SESTOS, vulgo SESTO urbs Europae in litore Thracio, ab Abydo Asiae urbe Hellesponti angustiis dirempta, Herûs et Leandri amoribus nobilitata. Lucanus l. 2. v. 674. Europamque Asiae, Sestonque admovit Abydo. Musaeus: Σηςτὸς ἔῃν καὶ… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • απαντικρύ — (Α ἀπαντικρύ κ. ἀπάντικρυς) επίρρ. ακριβώς απέναντι αρχ. κατά πρώτον, αρχικά. [ΕΤΥΜΟΛ. Αττικός τ. επιτατικός του αντικρύ απαντά στις επιγραφές και με τη φωνολογική παραλλαγή απαντρυκύ (πρβλ. καταντικρύ καταντρυκύ)] …   Dictionary of Greek

  • κατάντηστιν — (Α) επίρρ. απέναντι, καταντικρύ. [ΕΤΥΜΟΛ. < φρ. κατ ἄντηστιν, αιτ. τού ουσ. ἄντηστις «αντίσταση»] …   Dictionary of Greek

  • κατάντικρα — επίρρ. βλ. καταντικρύ …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»